Πέντε παληκάρια (Διπλή Γάιτα)
Πέντε μωρέ πέντε, πέντε παληκάρια,
πέντε παληκάρια κι έξι κοριτσάκια.
Άιντε βρήκαν κι ένα γέρο,
για να τα μοιράσει.
Λαχνίζουν ξελαχνίζουν, πήραν από ένα,
άιντε κι η καλή κοπέλα έπεσε στο γέρο.
Την τραβάει στον ίσκιο, για να τον χτενίσει,
για να τον χτενίσει, να τον μουρμουρίσει.
Αποκ'μήθηκ' ο γέρος και το 'φ'γε η κοπέλα