Καθαροδευτέρα στην παλιά Στράτσιανη

Καθαροδευτέρα στην παλιά Στράτσιανη

 

Η Καθαροδευτέρα ήταν καθαρά ανδρική υπόθεση στη Στράτσιανη. Η μέρα ξεκινούσε με τη μάζωξη των ανδρών στη Ράχη, έχοντας τα πρόσωπά τους μουτζουρωμένα με κάρβουνο και φορώντας ανάποδα τα σακάκια τους. Στις τσέπες τους κουβαλούσαν κάρβουνα και αν έρχονταν κάποιος ξένος στο χωριό εκείνη τη μέρα, τον έβαφαν κι αυτόν με κάρβουνο, του γύριζαν το σακάκι ανάποδα και τον έβαζαν κι αυτόν στην παρέα τους.

Στη Ράχη έκαναν ένα είδος συνέλευσης και έβγαζαν έναν αρχηγό - τον καπετάνιο – και τέσσερα παληκάρια σαν βοηθούς του. Όλοι θα θυμόμαστε στα χρόνια μας ακόμα, τον μπάρμπα Βασίλη τον Παπαγιάννη, σαν μόνιμο Καπετάνιο τις Καθαροδευτέρες, που για το λόγο αυτό τον φώναζαν καπετάνιο και στην καθημερινότητα, ζωσμένο με φυσεκλίκια και μ΄ένα παλιό πολυβόλο στον ώμο, ν΄αφήνει το αποτύπωμά του στις παιδικές μας Καθαροδευτέρες.

Και άρχιζε το πανηγύρι. Πρώτα – πρώτα μετριόταν μεταξύ τους και έβρισκαν τους απόντες από τη σύναξη. Αυτή ήταν δουλειά των παληκαριών και δουλειά του Καπετάνιου να ορίσει την τιμωρία τους, αν η απουσία δεν ήταν δικαιολογημένη (λόγω πένθους π.χ.). Συνήθως τους δίκαζαν σε είδος, που θα καταναλώνονταν την ίδια μέρα, όπως, τόσες οκάδες κρασί ή τόσα μπουκάλια τσίπουρο. ΄Αλλοτε πάλι πήγαιναν στο σπίτι του απόντα και έκλεβαν π.χ. μια κότα ή τον κόκορα ή έβγαζαν την πόρτα του σπιτιού και την έπαιρναν μαζί τους. Για να πάρει πίσω την πόρτα ο ιδιοκτήτης έπρεπε να πληρώσει αυτά που του εκδίκαζαν. Βέβαια η τιμωρία ήταν μεγαλύτερη σε αυτούς που επανειλημμένα απουσίαζαν χωρίς λόγο. Αν την πρώτη χρονιά τον τιμωρούσαν με μία οκά ρακή, τη δεύτερη θα γινόταν δύο και ούτω καθ΄εξής. Η τιμωρία είχε να κάνει πάντα και με την οικονομική κατάσταση του καθενός που τιμωρούνταν.

Καμμιά φορά η τιμωρία ήταν και άλλου είδους. Ήξεραν π.χ. ότι ο τάδε δεν μιλιούνταν με τον δείνα. Η τιμωρία τους επέβαλε τη συμφιλίωση. Άλλες πάλι φορές η τιμωρία ήταν να ξυρίσει κάποιος το μουστάκι του, και άλλα τέτοια.

Πολλές φορές πάνω στον ενθουσιασμό ή το μεθύσι, γινόταν και πράγματα τραβηγμένα, όπως π.χ. μια χρονιά που - όπως θυμάται ο μπάρμπα Θόδωρος ο Ρήγας - πήγαν και ξήλωσαν (τα παληκάρια με εντολή του Καπετάνιου πάντα) το τζάκι από το σπίτι του Γιάννη Τζουρτζούκα. Αυτός θύμωσε πάρα πολύ και τους έκανε μήνυση. Όταν όμως έγινε η δίκη στην Κόνιτσα, ο Πρόεδρος δικαίωσε και αθώωσε τους μασκαράδες γιατί, όπως είπε, στη συγκεκριμένη περίπτωση το έθιμο νίκησε το νόμο.

Όλο το μπουλούκι, με επικεφαλής τον Καπετάνιο και τα παληκάρια του και πίσω όλοι οι άλλοι, ξεκινούσαν από τη Ράχη και κατηφόριζαν στους Τσιαμάτες, περνώντας από σπίτι σε σπίτι, χορεύοντας και τραγουδώντας διάφορα τραγούδια αλλά και αποκριάτικα όπως :

Στης ακρίβειας τον καιρό

επαντρεύτηκα και εγώ

και μου δώσαν μια γυναίκα

πότρωγε για πέντε-δέκα.

Απ΄τη πρώτη τη βραδιά

προβατίνα με δυό αρνιά

και το δεύτερο το βράδυ

έφαγε όλο το κοπάδι.

΄Ανδρα μου θέλω φουστάνι

γύρω γύρω με γιορντάνι

άνδρα μου θέλω καπέλο

γύρω γύρω με το βέλο.

΄Ανδρα μου θέλω βρακί

γύρω γύρω με γαζί.

Και αρπάζω ένα ξύλο

και τη φέρνω ένα γύρω.

Να γυναίκα μου φουστάνι

γύρω γύρω με γιορντάνι

Να γυναίκα μου καπέλο

γύρω γύρω με το βέλο

Να γυναίκα μου βρακί

γύρω γύρω με γαζί

΄Η παρότρυναν όλους στο χορό τραγουδώντας :

Ποιός μπορεί και δε χορεύει

τα ποδάρια του να πέσουν

τα σκουτιά του να ρημάξουν

να τα παν στο μαναστήρι

να τα βάλ΄ν οι καλοέροι

Και άλλα τέτοια τραγούδια και πειράγματα. Τα κεράσματα στα σπίτια ήταν κρασί ή τσίπουρο που τα συνόδευαν με αρμιά ή αγγουραμιά, ελιές, καμιά πίτα ή λαγγίτες. Σε κανα εχούμενο έτρωγαν και καμιά παστή σαρδέλα. Τους κερνούσαν δηλαδή ό,τι είχαν, αλλός πιο φτωχικά, άλλος πιο πλούσια, όλοι ανεξαρτήτως συμμετείχαν στη γιορτή, εκτός βέβαια από τους πενθούντες.

Στο σπίτι του Γιάννη Ραγιά που ήταν καλαμπουρτζής, περνούσαν πάντα καλά, όπως επίσης θυμάται ο μπάρμπα Θόδωρος. Τον θυμάται να πειράζει τη γυναίκα του Αθηνιά τραγουδώντας της :

Στη σκάλα π΄ανεβαίνεις Αθηνιά μου

και στα σκαλώματα

σου είδα το βρακάκι σ΄ Αθηνιά μου

με δυό μπαλώματα.

Γενικά εκμεταλλεύονταν περιστατικά ή καταστάσεις για να δημιουργούν αστείες ιστορίες και να γελούν όλοι.

Αφού έφερναν γύρω όλα τα σπίτια του χωριού, το απόγευμα κατέληγαν στο αλώνι της Μαργάρως. Εκεί μαζεύονταν και οι γυναίκες και τα παιδιά για να κάνουν χάζι. Πολλές φορές ήταν και τα όργανα στο χωριό και τότε το γλέντι κρατούσε ως το πρωί πολλές φορές.

Αυτά για να θυμηθούμε οι μεγαλύτεροι και να μάθουν οι νεώτεροι.

                                                                          Κείμενο Φωτεινή Τσάνου - Ζαφείρη

 

Φωτ: Καθαροδευτέρα στον Αι Γιώργη 1954

 




bullet hover email hover menu arrow